Μαρία Ζουράρη

«Η δύναμη των ιστοριών είναι ότι αφήνουν πίσω τους, σύνορα, φυλές, γλώσσες και πάσης φύσεως διακρίσεις. Όλοι γινόμαστε ένα, όλοι είμαστε εκεί για να υπηρετήσουμε ο καθένας με τον τρόπο του την ιστορία και να τη βοηθήσουμε στο ταξίδι της»




Η Μαρία Ζουράρη σπούδασε Ελληνική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην υπολογιστική γλωσσολογία.

Είναι απόφοιτη της «Σχολής Αφηγηματικής Τέχνης» του Κέντρου Μελέτης και Διάδοσης Μύθων και Παραμυθιών και του «The International School of Storytelling» του Emerson College στην Αγγλία, καθώς και του Σχολείου Παιχνιδιού.

Είναι αφηγήτρια, παιδαγωγός, εμψυχώτρια θεατρικού παιχνιδιού και παραμυθιού, δασκάλα δημιουργικού χορού, ενώ παράλληλα συνεργάζεται με τις εκδόσεις Ίκαρος ως διορθώτρια παιδικών βιβλίων. 
Τα τελευταία χρόνια ζει στην Αγγλία, όπου εργάζεται σε ειδικό σχολείο ως παιδαγωγός. Πραγματοποιεί παραστάσεις αφήγησης σε Ελλάδα και Αγγλία.

Σε λίγες μέρες θα κυκλοφορήσει το βιβλίο της με τίτλο «Με τα μάτια της καρδιάς» παραμύθια ομορφιάς και ασχήμιας από την παγκόσμια παράδοση. Θα ταξιδέψει μέσα στον κόσμο των παραμυθιών αναζητώντας ήρωες και ηρωίδες με «ατέλειες». Τι είναι όμορφο και τι άσχημο; Πώς μπορούν να αλλάξουν όλα «Με τα μάτια της καρδιάς»;



Ζείτε στην Αγγλία και αφηγείστε στην αγγλική γλώσσα. Πώς είναι να αφηγείται κανείς σε μια ξένη γλώσσα και σε μια κουλτούρα που δεν είναι η δική του;

Είναι κι αυτό μια ενδιαφέρουσα πρόκληση, όπως και κάθε ατέλειά μας (για να μιλάμε και με τη γλώσσα του βιβλίου). Σίγουρα είναι δύσκολο να πεις μια ιστορία σε μια γλώσσα που δεν είναι η μητρική σου, αλλά έχει και μια γοητεία, μια ομορφιά. Όταν δεν μπορείς να στηριχτείς 100% στη γλώσσα, όταν το λεξιλόγιό σου δεν είναι ανεξάντλητο, όταν ξέρεις ότι σίγουρα την ώρα που θα αφηγείσαι θα κάνεις γραμματικά και συντακτικά λάθη, όταν δηλαδή ο λόγος δεν είναι πια ένα από τα πιο δυνατά και ασφαλή χαρτιά σου, αλλά το “μειονέκτημά σου”, τότε το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να χαμογελάσεις και να πεις την ιστορία μέσα από την καρδιά σου. Να κάνεις, δηλαδή, το μειονέκτημα προτέρημα. Μ' αρέσει να λέω ιστορίες στα αγγλικά, μου αρέσει που κάνω λάθη, που μιλάω με την προφορά της πατρίδας μου, που καμιά φορά ρωτάω το κοινό για την προφορά μιας λέξης (και πάντα με χαρά βοηθάνε), μου αρέσει που ξέρω ότι για να ταξιδέψει η ιστορία μου, πρέπει περισσότερο από τις λέξεις να τη λένε τα μάτια μου, τα χέρια μου, το πρόσωπό μου και πάνω από όλα η καρδιά μου. Το ίδιο συμβαίνει και με τα ελληνικά, αλλά όταν πρέπει να αφηγηθείς σε μια γλώσσα ξένη, όλα αυτά τα συνειδητοποιείς ακόμα πιο πολύ.
Όσο αφορά την κουλτούρα, η δύναμη των ιστοριών είναι ότι αφήνουν πίσω τους, σύνορα, φυλές, γλώσσες και πάσης φύσεως διακρίσεις. Όλοι γινόμαστε ένα, όλοι είμαστε εκεί για να υπηρετήσουμε ο καθένας με τον τρόπο του την ιστορία και να τη βοηθήσουμε στο ταξίδι της. Δεν καταλαβαίνω καμιά διαφορά στην κουλτούρα, όταν αφηγούμαι στα αγγλικά.


Είστε απόφοιτος της «Σχολής Αφηγηματικής Τέχνης» της Ελλάδας και του «The International School of Storytelling» της Αγγλίας. Πείτε μας λίγα λόγια για την απόφασή σας να γίνετε αφηγήτρια αλλά και για τις Σχολές σας;

Η αφήγηση ήρθε στη ζωή μου αναπάντεχα! Πραγματοποιούσα τις παρουσιάσεις παιδικών βιβλίων για τις εκδόσεις Ίκαρος και ήξερα ότι δεν ήθελα να διαβάζω τα βιβλία αλλά να τα αφηγούμαι, γιατί μου ταίριαζε καλύτερα. Τυχαία, λοιπόν, κι ενώ ήδη είχα ξεκινήσει τη συνεργασία μου με τις εκδόσεις Ίκαρος, συνάντησα τη Γιάννα που μου μίλησε για τη Σχολή Αφηγηματικής Τέχνης, όπου δίδασκε και διδάσκει κίνηση. Δεν χρειάστηκε να το σκεφτώ πολύ. Η αφήγηση ήδη με είχε διαλέξει πριν τη διαλέξω εγώ.
Κι έτσι, λοιπόν, ξεκίνησε η αφηγηματική πορεία μου. Στη Σχολή Αφηγηματικής Τέχνης πέρασα δύο αξέχαστα, υπέροχα χρόνια με πολλά γέλια, δάκρυα, γλέντια και φυσικά με πολλές ιστορίες. Έμαθα να ακούω και να λέω ιστορίες, έμαθα τεχνικές αφήγησης και κατάλαβα ότι οι ιστορίες κι εγώ δεν θα χωρίσουμε ποτέ. Στο International School of Storytelling, για τους λόγους που ανέφερα στην προηγούμενη ερώτηση, έμαθα να μη φοβάμαι, να λέω αυθόρμητα ιστορίες δράττοντας κάθε δυνατή ευκαιρία, έστω κι αν δεν τις έχω κάνει πρόβα.
Και οι δύο σχολές με αγκάλιασαν και μου χάρισαν δώρα πολύτιμα όχι μόνο σε σχέση με την αφήγηση. Έκαναν το τοπίο πιο ξεκάθαρο για μένα σε πολλά επίπεδα. Ωστόσο, δεν σταματώ εδώ. Στόχος μου είναι, όσο το επιτρέπει ο χρόνος μου και τα οικονομικά μου, να παρακολουθήσω κι άλλα σεμινάρια αφήγησης, που κατά καιρούς τραβούν το ενδιαφέρον μου. Ήδη ξεκινάω ένα τετραετές τον Αύγουστο με τη μοναδική Shonaleigh. Και φυσικά το μεγάλο σχολείο είναι να μη σταματώ να λέω ιστορίες.





Παραμύθια ομορφιάς και ασχήμιας είναι το θέμα του βιβλίου σας. Γιατί επιλέξατε αυτό το θέμα;

Όπως αναφέρω και στην εισαγωγή του βιβλίου, μάλλον το θέμα επέλεξε εμένα κι όχι εγώ αυτό. Όλα ξεκίνησαν το 2015 που τελείωνα τη Σχολή Αφηγηματικής Τέχνης κι έπρεπε να διαλέξω θέμα για τη διπλωματική μου. Στην αρχή υπήρχαν άλλα θέματα στο μυαλό μου αλλά για πρακτικούς λόγους δεν μπορούσαν να προχωρήσω με αυτά. Μια μέρα, τυχαία, διάβασα “Τα Ρούχα” του Γκιμπράμ και νομίζω ότι αυτός ήταν ο πρώτος σπόρος. Στη συνέχεια άλλες δύο ιστορίες με βρήκαν, πάλι τυχαία, και συνέβη κι εγώ να γράψω ένα παραμύθι σχετικό με το θέμα “Ομορφιά-Ασχήμια”. Κατάλαβα ότι τα πάντα γύρω μου μου έλεγαν να ασχοληθώ με την Ομορφιά και την Ασχήμια.
Πέρα, όμως, από όλα αυτά, η ομορφιά, η ασχήμια και οι ατέλειές μας με απασχολούσαν πολύ. Για παράδειγμα, από μικρή είχα τα δύο μπροστινά μου δόντια. Όχι κάτι το τραγικό, αλλά ήταν στραβά. Αλλά παρόλα αυτά, το χαμόγελό μου μου άρεσε, και αρνιόμουν πεισματικά να βάλω σιδεράκια, και γιατί δεν μου άρεσαν, αλλά και γιατί έλεγα ότι τα δυο μου στραβά δοντάκια είναι κάτι σαν την ταυτότητά μου. Ειλικρινά τα αγαπούσα! Τελικά, πολύ πρόσφατα, και μάλιστα μετά τη διπλωματική μου, αναγκάστηκα να βάλω σιδεράκια για λόγους στοματικής υγιεινής. Δεν θα πω ότι το νέο μου χαμόγελο δεν μου αρέσει (παρόλο που μου πήρε λίγο χρόνο να το συνηθίσω). Μου αρέσει πολύ, αλλά ειλικρινά, όταν κοιτάω παλιές φωτογραφίες υπάρχουν στιγμές που εκείνα τα δυο στραβάδια μου λείπουν... Ήταν η αγαπημένη μου ατέλεια και ήξερα ότι όπως κι εγώ δεν την έβλεπα, όταν με κοιτούσα στον καθρέφτη, έτσι δεν την έβλεπαν και όσοι πραγματικά με ήξεραν και με αγαπούσαν.




Τι είναι όμορφο και τι άσχημο για εσάς; Πώς μπορούν να αλλάξουν όλα «Με τα μάτια της καρδιάς»;

Για μένα, όμορφο και άσχημο δεν υπάρχει. Όλα είναι υποκειμενικά και όλα μπορεί να αλλάξουν με τα μάτια της καρδιάς. Το όμορφο εύκολα γίνεται άσχημο και το άσχημο εύκολα γίνεται όμορφο. Σε καθετί υπάρχει ομορφιά και πραγματικά πιστεύω ότι οι ατέλειές μας είναι εκεί όχι για να μας μειώνουν και να μας ασχημαίνουν, αλλά για να μας δώσουν την ευκαιρία να μάθουμε καλύτερα τον εαυτό μας, να τον αγαπήσουμε και αγαπηθούμε πραγματικά. Καθετί πάνω μας είναι δοσμένο με σοφία, δεν υπάρχει λάθος ή σωστό, και κάθε μας ατέλεια είναι πολύτιμο αγαθό. Το καταλαβαίνουμε όλοι καλύτερα όταν η αγάπη έρχεται στη ζωή μας. Τα μάτια της καρδιάς βλέπουν μόνο την ουσία και η ουσία έχει τη δύναμη να αλλάξει το περίβλημα, την εικόνα, κι έτσι... όλοι είμαστε όμορφοι!


Είστε φιλόλογος-γλωσσολόγος και αφηγήτρια και έχετε εργαστεί ως παιδαγωγός στην Ελλάδα και την Αγγλία. Χρησιμοποιείτε το παραμύθι ως εκπαιδευτικό εργαλείο. Πώς ανταποκρίνονται σήμερα στα παραμύθια τα παιδιά; Βρίσκετε διαφορές ανάμεσα στα παιδιά της Ελλάδας και της Αγγλίας.

Το παραμύθι το χρησιμοποιούσα και το χρησιμοποιώ ως εκπαιδευτικό εργαλείο. Στην Ελλάδα, σε εκπαιδευτικά προγράμματα για σχολεία στο «Σπίτι των Παραμυθιών - Το Μουσείο Αλλιώς», αλλά και στα μαθήματά κίνησης και δημιουργικού χορού που έκανα σε παιδιά προσχολικής ηλικίας. Οι ιστορίες είχαν, έχουν και θα έχουν πάντα θέση στον τρόπο που διδάσκω, γιατί νιώθω ότι είμαστε ένα. Δεν μπορώ να τις αποχωριστώ. Για μένα οι ιστορίες θα έπρεπε να έχουν ενεργή, ουσιαστική και αναγνωρισμένη θέση στην εκπαίδευση από το νηπιαγωγείο μέχρι και την τελευταία τάξη του Λυκείου. Με εργαλείο ή αφετηρία τις ιστορίες μπορεί κανείς να δουλέψει σχεδόν κάθε διδακτικό αντικείμενο, από Γλώσσα, μέχρι Μαθηματικά, Φυσική, Κοινωνιολογία κλπ. Και μαθήματα όπως η Γεωγραφία και η Ιστορία θα έπρεπε να διδάσκονται μόνο με άξονα τις ιστορίες. Αλλά όλο αυτό είναι ένα πολύ πονεμένο θέμα.

Τα σημερινά παιδιά; Ωραία ερώτηση αλλά με πολύπλοκη απάντηση. Οι μικρές ηλικίες ακόμα αγκαλιάζουν το παραμύθι, το αγαπούν. Καθώς, όμως, τα παιδιά μεγαλώνουν, είναι πιο αντιδραστικά προς τις ιστορίες, γιατί ακόμα ο κόσμος δεν έχει καταλάβει ότι το παραμύθι ΔΕΝ είναι μόνο για παιδιά. Και αφού τα παιδιά και οι έφηβοι δεν έχουν γνωρίσει το παραμύθι ως μέσο προσέγγισης της γνώσης και της σοφίας της ζωής, αλλά μόνο ως ισοδύναμο των μικρών ηλικιών, είναι φυσικό και επόμενο να το απορρίπτουν.

Νομίζω το ίδιο ισχύει και στην Αγγλία. Δεν θα έλεγα ότι υπάρχουν διαφορές. Εκείνο, όμως, που διαπιστώνω μέσα από τη δουλειά που κάνω είναι πόσο ανάγκη έχουν τα παιδιά και οι έφηβοι το παραμύθι, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούν οι ίδιοι. Στην Αγγλία δουλεύω σε ένα σχολείο με παιδιά με ψυχολογικά και νοητικά προβλήματα και νομίζω ότι πιο δύσκολο και παράλληλα πιο όμορφο κοινό δεν έχω συναντήσει. Πρόκειται για παιδιά των οποίων η πραγματικότητα είναι εφιαλτική το λιγότερο. Οι οικογένειές τους ανύπαρκτες, διαλυμένες, αδιάφορες και ό,τι χειρότερο μπορείτε να σκεφτείτε. Είναι παιδιά που έχουν χάσει την παιδική ηλικία, που έχουν γνωρίσει πραγματικά τι θα πει ασχήμια, που έχουν τη συμπεριφορά των μεγάλων στη χειρότερη εκδοχή της. Η πρώτη τους αντίδραση απέναντι στο παραμύθι είναι απορριπτική, αντιδραστική, αποδοκιμαστική, και όταν στάθηκα μπροστά τους για πρώτη φορά να πω ιστορία, πραγματικά τρέμαν τα πόδια μου, καθώς δεν υπήρχε ούτε ένα από αυτά που να ήθελε να ακούσει παραμύθι. Και κάθε φορά, στραβομουτσουνιάζουν αντιδραστικά, όταν τους λέμε ότι θα πω μια ιστορία. Ωστόσο, κάθε φορά, που λέω μια ιστορία, βλέπω μπροστά μου να γίνεται ένα θαύμα. Βλέπω μέσα από τα αγρίμια να αναδύεται το μικρό παιδί που αναζητά τη θεραπευτική ζεστασιά μιας ιστορίας. Βλέπω ότι παρά τις αρνητικές αντιδράσεις που μπορεί να εισπράττω στην αρχή ή ακόμα και κατά τη διάρκεια της αφήγησης, κάτω από το φαίνεσθαι, υπάρχει το είναι και αυτό δεν είναι άλλο από τη δίψα για παραμύθι. Δεν θα ξεχάσω ότι τον πρώτο ακόμα μήνα στη δουλειά μου, μου είχαν αναθέσει για μια ώρα ένα αγόρι που μόλις είχε έρθει σχολείο. Ετών 13, προεφηβεία φουλ, γόης και μαγκάκι. Σε μια στιγμή απόγνωσης και προσπαθώντας να τον κρατήσω μακριά από την αταξία, τον ρώτησα αν θέλει να του πω ένα παραμύθι. Προς έκπληξή μου μου απάντησε «ναι». Για τα επόμενα 20 λεπτά στεκόταν ακίνητος μπροστά μου ακούγοντας την ιστορία της Αλταμίρας που θα διαβάσετε στο βιβλίο. Δεν είχα κάνει καμία πρόβα και τα αγγλικά μου λόγω άγχους βγαίναν πολύ χειρότερα από το κανονικό. Κι όμως έμεινε ακούνητος. Από τότε πολλές φορές μού ζήτησε να του πω ιστορίες. Ενάμιση χρόνο μετά, εγώ και το συγκεκριμένο παιδί, σταθήκαμε μπροστά σε όλο το σχολείο και τους είπαμε μαζί ένα άλλο παραμύθι με νεράιδες και ξωτικά. Στον χώρο επικρατούσε νεκρική ησυχία. Τα παραμύθια είναι για όλους, παιδιά, εφήβους και ενήλικες.


Εργάζεστε για αρκετά χρόνια ως επιμελήτρια και διορθώτρια παιδικών βιβλίων στις εκδόσεις Ίκαρος. Έχετε διαβάσει αρκετά βιβλία. Κατά την άποψή σας με ποια κριτήρια θα επιλέγατε ένα παιδικό βιβλίο για να το δωρίσετε σε ένα παιδί;

Για να είμαι ειλικρινής (και παρόλο που ξέρω ότι αυτό θα φανεί ως διαφήμιση, ωστόσο είναι αλήθεια), κάθε παραμύθι που έχω διαβάσει από τις εκδόσεις Ίκαρος θα το έκανα δώρο σε ένα παιδί. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και άλλα καταπληκτικά βιβλία από άλλες εκδόσεις. Υπάρχουν και είναι πολλά.
Ωστόσο, πρέπει να πω κιόλας, ότι, κατ’ εμέ, συχνά δίνεται πολύ βάρος στην εικονογράφηση, για να γίνει το βιβλίο εμπορικά ελκυστικό, και η ιστορία δεν ενθουσιάζει. Και τι απογοήτευση όταν η ιστορία δεν ξεσηκώνει! Εγώ προσωπικά, νιώθω σαν να ξεγελάστηκα λίγο. Δεν θέλω να μειώσω τον ρόλο της εικονογράφησης. Η εικονογράφηση είναι πολύ σημαντική και σίγουρα βοηθά την ιστορία. Ωστόσο, αν η ιστορία είναι πραγματικά καλή, θα μαγεύει από μόνη της, χωρίς την εικονογράφηση. Και εδώ πάλι μπορώ να μιλήσω για ομορφιά και ασχήμια. Όταν μια ιστορία είναι βγαλμένη από την καρδιά, διαβάζοντάς την το καταλαβαίνεις, γιατί νιώθεις ένα πετάρισμα στη δική σου καρδιά, είναι σαν ένας μικρός έρωτας. Το βιβλίο, τότε, σε κερδίζει και άσχετα με το πώς είναι η εικονογράφηση το βιβλίο είναι όμορφο. Η ιστορία, λοιπόν, είναι -και πρέπει να είναι- η δύναμη ενός βιβλίου. Βέβαια, ο τρόπος που είναι δοσμένη παίζει σημαντικό ρόλο. Οι λέξεις, η σύνταξή τους στο κείμενο, τα σημεία στίξης, κουβαλούν όχι μόνο τις έννοιες, αλλά και τα συναισθήματα, και συμβάλλουν (αλλά δεν καθορίζουν) στην ύπαρξη ή μη του πεταρίσματος. Έχουν, σαν να λέμε, τον ρόλο του αφηγητή!